Η Σιωπή της Μοναξιάς
Έτσι έπρεπε να γίνει! Η απουσία σου επιβεβαιώνει την επιλογή μου. Έτσι έπρεπε να γίνει… Να τραβήξουν οι δρόμοι μας άλλου. Να σταματήσω να σ’ αγαπώ, να σταματήσεις να λιγοστεύεις τον εαυτό μου. Να ‘ρθω αντιμέτωπη με την μοναξιά μου κι εσύ με τον μεγάλο σου εγωισμό. Αυτή η μοναξιά… Η μοναξιά είν’ ο χειρότερος εχθρός τ’ ανθρώπου! Παίρνει τ’ αλάτι και ξύνει σιγά – σιγά όλες του τις πληγές. Πληγές που χρόνια τις προστάτευαν οι φόβοι, τώρα έρχεται εκείνη να τις ανοίξει… Έρχεται εκείνη να σου θυμίσει πόσο σε τρομάζει! Πόσο την μισείς! Το σπίτι κλειστό και το σκοτάδι του με καταπίνει. Οι τοίχοι ξαφνικά θεριεύουν και με πνίγουν. Αυτή η ησυχία με πληγώνει…Αυτή η ησυχία με σκοτώνει αργά.
Κοιτάζοντας τον εαυτό μου στον καθρέφτη, έρχομαι αντιμέτωπη με τ’ αδειανό μου βλέμμα. Με τα πρησμένα μάτια μου. Με τα κόκκινα μαγουλά μου. Με τα ξερά μου χείλια. Χαμένη μέσα σε μια στιγμιαία ματιά στην ψυχή μου, αναρωτιέμαι ποια ησυχία πονάει τελικά περισσότερο; Η ησυχία της μοναξιάς μου ή εκείνη της δικής σου σιωπής; Αυτή του «χώρια» ή εκείνη του «μαζί»; Ποτέ δεν ήμουν συμβιβασμένη με την σιωπή. Πάντα την «έσπαγα»! Μου προκαλούσε αμηχανία και αφόρητο άγχος. Μόλις σιωπούσες, έπαιρνα εγώ τον λόγο. Αμέσως ξέθαβα λίγο απ’ το συναίσθημά μου και στο χάριζα μαζί με ένα ωραίο περιτύλιγμα, για να ξεκινήσω έναν διάλογο. Για να καθαιρέσω την σιωπή, που ένιωθα πως απολυταρχικά κατάπινε την αγάπη σου για μένα μέσα στην άηχη δεινή της. Για να σ’ ακούσω. Να σ’ ακούσω!
Τώρα ζω μια άλλη σιωπή. Σιωπή που δεν μπορώ να σπάσω. Σιωπή που δεν την κάλεσε κανείς για να ‘ρθει. Σιωπή της μοναξιάς! Ξέρω, πρέπει να μάθω να αντέχω την σιωπή. Να την κάνω και φίλη μου. Να την ακούω και να την συμβουλεύομαι. Μια σιωπή πάντα έχει κάτι να σου πει… Μια σιωπή πάντα μιλά! Μιλά, μα η χροιά της είναι συνήθως αβάσταχτη. Τώρα δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Ανακουφισμένη από ‘σένα, ακούω την σιωπή του δωματίου μου. Εκείνη του σκοταδιού και των πελώριων τοίχων. Εκείνη που έχει σκεπάσει τα πολύχρωμα τοπία από τους πίνακες. Εκείνη που έκαψε τις σελίδες των βιβλίων στα ράφια μου, και τώρα δεν μπορώ να γίνω συντροφιά με τους ήρωές τους.
Τώρα ακούω πολύ καθαρά την σιωπή μακριά από ‘σένα. Ακούω της σιωπή της απουσίας σου. Ακούω την σιωπή της μοναξιάς μου. Να ‘ξέρες πόσο δυνατή φωνή έχει. Τόσο πολύ ουρλιάζει που τ’ αυτιά μου άρχισαν να βουίζουν. Τα μάτια μου μισοκλείνουν αμυντικά και το κεφάλι μου πάει να σπάσει απ’ τις φωνές. Αυτή η σιωπή με καταπίνει. Να άκουγες πώς με καταπίνει…
Leave a Reply