Μου χρωστάς…
Δεν τελειώσαμε. Δεν γίνεται να τελειώσαμε! Μου χρωστάς. Μου χρωστάς τον άνθρωπο που γνώρισα. Την σχέση που είχα φανταστεί μου χρωστάς. Μου χρωστάς τις στιγμές που θα ζούσαμε! Μία – μία καθόμουν και τις έπλαθα στο μυαλό μου, καθώς ένα κρυφό, καρτερικό, άτακτο χαμόγελο ερχόταν να προδώσει τις σκέψεις μου. Σκέψεις που έκανα για ‘μας μόλις σε γνώρισα. Μόλις είδα την ντροπαλή φιγούρα σου και αντίκρισα τα μεγάλα, μυστήρια μάτια σου. Καταλαβαίνω τους ανθρώπους απ’ τα μάτια τους, μα τα δικά σου δεν μπορούσα να τα καταλάβω! Έπαιζαν μαζί μου! Μια στιγμή, εκείνη την πρώτη π’ αντάμωσαν τα βλέμματα μας, δοκίμασα να σε διαβάσω! Σε κοίταξα βαθιά με μια εξεταστική ματιά και πλημμύρισα φως. Δεν ήταν λάμψη, ήταν φως! Φως πλημμύρισε την ψυχή μου και η καρδιά μου τάχεψε! Ένιωσα πως και η δικιά σου έκανε το ίδιο και αμήχανα τράβηξα το βλέμμα μου απ’ τα μάτια σου. Το ίδιο έκανες κι εσύ… Την άλλη στιγμή που τολμήσαν να ιδωθούν ξανά οι ματιές μας, σε κοίταξα εξεταστικά, σε μία δειλή απόπειρα να σε διαβάσω. Πέρασα λίγο πιο βαθιά… Είδα μια πληγή κι ένα φόβο… Ίσως να ‘δα κι ένα μυστικό… Ίσως… Δεν ξέρω… Ακόμα και τώρα, μετά από τόσο καιρό δεν έχω μάθει. Ποτέ δεν μ’ άφησες να δω… Ποτέ δεν μου πες… Ποτέ δεν το αποκάλυψες…
Ό,τι αληθινό είχε ζωγραφιστεί στα μάτια μας, κρύφτηκε πίσω από μια κοινότυπη γνωριμία. Βιώματα, αναμνήσεις, πληγές και φόβοι κούρνιασαν μέσα από το περιτύλιγμα ενός αυτάρκη, δυνατού, ανεξάρτητου εαυτού! Εκείνου του εαυτού που παρουσιάζουμε με σιγουριά σε κάθε καινούρια σχέση και γνωριμία για να προστατεύσουμε την τρωτή αλήθεια μας, την εύθραυστη ουσία μας, την ελαττωματική κατασκευή μας. Κρύφτηκε και το φως. Κρύφτηκε και το παιδί που είδα να έχεις μέσα σου. Έκρυψα κι εγώ το δικό μου. Όλα μπήκαν αμέσως στην θέση τους! Ο φόβος του αγνώστου αμέσως μας χτύπησε το κουδούνι και δυο – τρεις «σκέτες» τυπικές κουβέντες γνωριμίας δεν άργησαν να έρθουν. Κρύψαμε καλά το πληγωμένο παρελθόν μας και την παιδική, ευαίσθητη επιθυμία μας! Δώσαμε τα χέρια με περισσότερο ψέμα, μα με λιγότερο φόβο! Όλα αυτά που ένιωσα την πρώτη στιγμή που σε είδα, τώρα τα συνειδητοποιώ. Πόσα συναισθήματα, άλλα δειλά κι άλλα «καπάτσικα» πλημμύριζαν την καρδιά μου…
Κάθε φορά που σε έβλεπα σε «ταύτιζα». Σε «ταύτιζα» μ’ αυτό που μου λείπει από την ζωή μου! Με όλα τα ρίσκα που φοβήθηκα να πάρω. Μ’ όλες μου τις αδυναμίες! Όλα όσα δεν ήξερα και φοβόμουν να μάθω για τον εαυτό μου ήταν στα μάτια σου και με προκαλούσαν να τα αντιμετωπίσω. Μια πρόκληση που με φόβιζε, μα πιο πολύ με σαγήνευε! Κάθε συνάντησή μας, ένιωθα πως ήταν και μια νίκη δική μου! Σε κερδίζω σιγά-σιγά! Εσένα που τόσο σε θέλησα και τόσο σε φοβήθηκα, εσένα σε κερδίζω σιγά-σιγά! Μάλλον, θα μου πεις το μυστικό σου και θα σου πω κι εγώ το δικό μου. Μάλλον οι παιδικοί μας εαυτοί, οι γεμάτοι αλήθειες και συναισθήματα, θα συναντηθούν!
Οι ζωές μας ταιριάξανε και μία σχέση με τις καλύτερες προδιαγραφές, γεμάτη πάθος κι έρωτα ξεκίνησε. Η ευτυχία στα μάτια μου δεν μ’ άφηνε να θυμώσω με τίποτα και μόνο θετικά έβλεπα την ζωή! Ξεκίνησα να κάνω σχέδια και να δημιουργώ τις μεγαλύτερες προσδοκίες… Προσδοκίες χωρίς σύνορα και οδοφράγματα! Προσδοκίες που ξεπερνούσαν αυτά που μπορείς, μα κι αυτά που ,τελικά, μπορώ κι εγώ. Κάθε μέρα που περνάει, χάνεται και μία. Χάνεται, μα εγώ περιμένω να ξανάρθει. Περιμένω κι αν δεν έρθει, ψάχνω να την βρω. Κι αν δεν την βρω, φτιάχνω εγώ μια καινούρια παρόμοια! Πλέκω όνειρα και την χτίζω υπομονετικά το βράδυ. Την γκρεμίζεις εσύ το πρωί… Μόνη μου την ξανά χτίζω και μόνος σου την γκρεμίζεις πάλι, μα εγώ ονειρεύομαι και την χτίζω και τρίτη φορά… Μ’ αρέσει να ονειρεύομαι και να προσδοκώ. Μ’ αρέσει και δεν σταματώ μέχρι να πραγματοποιηθούν. Αυτό είν’ το λάθος τ’ ανθρώπου! Αυτό είν’ το λάθος μας! Πλάθουμε ένα όνειρο, μια όμορφη ιδέα στο μυαλό και δεν την εγκαταλείπουμε, όσο κι αν μας είναι αδύνατο να την υλοποιήσουμε. Προσπαθούμε να αλλάξουμε την στάση μας απέναντι της, αντί να αντικαταστήσουμε την ίδια την ιδέα με μια άλλη, ομορφότερη. Χιμάμε σχεδόν εμμονικά πάνω της, εφευρίσκοντας κάθε μέρα έναν καινούριο τρόπο να την φέρουμε στις δικές μας προτιμήσεις και αντοχές, αντί να δημιουργήσουμε εμείς οι ίδιοι μία καινούρια στα μέτρα μας! Όχι, δεν παραιτούμαστε έτσι! Δεν παραιτούμαστε από τα όνειρά μας, μα μήπως τελικά αυτή είναι η λύση; Κοινωνικές διαταγές μας φωνάζουν και σχεδόν μας «αναγκάζουν» να μην εγκαταλείπουμε τα όνειρά μας, μα…Μα τα όνειρα τα κάνεις ότι θες! Μην επιμένεις στο ίδιο όνειρο που μένει όνειρο! Ονειρέψου ένα άλλο που γίνεται πραγματικότητα!
Πάλευα για το όνειρό μου! Προσπαθούσα για αυτό το ιδιαίτερο πλέξιμο των χεριών μας μας κι ας μάτωναν οι δικές μου παλάμες. Οι δεσμοί μερικών ανθρώπων τείνουν να λύνουν από μόνοι τους, χωρίς κάποιος από τους δύο να φταίει γι’ αυτό. Κανείς δεν αγαπά λιγότερο, απλώς αγαπά αλλιώς κ αυτή η «αλλιώτικη» αγάπη πολλές φορές δεν ταιριάζει με την δική σου, όσο κι αν πιέζεις γι αυτό, ξεχνώντας το δικό σου πραγματικό συναίσθημα! Τρέφουμε συνεχώς την καρδιά μας με ψευδαισθήσεις για μια κατάσταση, επειδή έτσι την έχουμε φανταστεί και ζητάμε απεγνωσμένα η προσδοκία να γίνει πράξη. Στίβος μάχης η προσδοκία μας και προκειμένου να φτάσουμε στο τέρμα, ξεχνάμε την διαδρομή μας. Αφήνουμε το παρόν μας, το «τώρα» μας, τον εαυτό μας τον ίδιο, για να αλλάξουμε έναν άλλον, αγνοώντας πως πότε δεν θα συμβεί αυτό! Δεν έχουμε ούτε το δικαίωμα ούτε την δύναμη… Τελικά, ο στίβος μάχης δεν τελειώνει ποτέ και εμείς μέρα με την μέρα αφήνουμε πίσω λίγο παραπάνω από τον εαυτό μας…
Τέτοιες σκέψεις με φόβιζαν! Δεν μπορούσα να τις διαχειριστώ κι αμέσως τις έδιωχνα! Τις αντικαθιστούσα με μία προσδοκία, σχεδιάζοντας νοητά μία όμορφη καθημερινότητα και προσμένοντας την καρτερικά. Δεν τελειώσαμε εμείς! Δεν τελειώσαμε, μα οι φόβοι μου μεγαλώνουν και αγριεύουν. Δεν κρύβονται πια! Ο παρατημένος εαυτός μου και το ξεχασμένο θέλω μου, απαιτούν πια λίγη προσοχή! Πόσες φορές τον άφησα για αγαπήσω τον δικό σου;
Αυτά που μας χωρίζουν μπορεί να είναι τελικά περισσότερα απ’ αυτά που μας ενώνουν… Μπορεί, μα η προσδοκία μου είναι μεγάλη! «Δεν τελειώσαμε! Τόσα χτισμένα όνειρα έχω για μας… Μην τα χαλάς… Δεν τελειώσαμε. Θέλω να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα! Τόσες όμορφες στιγμές έχω να σου δώσω ακόμα… και… και να μου δώσεις κι εσύ… Να πάρεις το παράπονο απ’ τα μάτια μου και να με βγάλεις ψεύτρα. Να μου δώσεις κι εσύ! Θα περιμένω κάτι να μου δώσεις. Μου το χρωστάς! Το προσπάθησα, το πάλεψα, το αξίζω! Δεν μπορεί να έπεσα τόσο έξω… Δεν μπορεί να μ’ αφήσεις με το παράπονο και την προσμονή… Καταλαβαίνω συνήθως τους ανθρώπους… Δεν γίνεται να έπεσα τόσο έξω… Δεν γίνεται να έχτιζα μόνη μου, να έπλαθα μόνη μου, να αγαπούσα μόνη μου… Είναι η σειρά σου! Πρέπει να είναι η σειρά σου! Δεν ήταν να ήμουν μόνη μου. Ήταν να είμαστε μαζί! Είχα πιστέψει τόσο στο «μαζί» και τώρα πώς θα συνηθίσω τη μοναξιά… Δεν συνηθίζεται αυτή! Όχι δεν εγκαταλείπω! Δεν τελειώσαμε! Μου χρωστάς! Τα χέρια μου ξεκινούν να χάνουν το καλοδουλεμένο πλέξιμο με τα δικά σου και αντί να τα αφήσω να λυθούν, προσπαθώ με νύχια και με δόντια να τα δέσω ξανά κι ας συνειδητοποιώ ότι το πλέξιμο δεν γίνεται πια σωστά και τα γεμίζει πληγές…
Σε ερωτεύτηκα και φοβάμαι να σ’ αφήσω, φοβάμαι την μοναξιά σου, και γεμίζω ενοχές! Φοβάμαι και την δικιά μου. Δεν θέλω να τελειώσουμε ακόμα… Δεν θέλω, μα τώρα ξέρω πως μόνο για τον εαυτό μου μπορώ να προσδοκώ. Δεν μπορώ να αλλάξω κανέναν, εκτός απ’ τον ίδιο μου τον εαυτό! Να τον δω, όπως τον προσδοκώ, ή τουλάχιστον να δοκιμάσω να τον ονειρευτώ! Αυτό δεν μπορώ να τον ζητήσω από ‘σένα… Αφήνω το ματωμένο μου χέρι απ’ το δικό σου. Φεύγω. Δεν μου χρωστάς.