Συναισθηματική ενοχή. «Όταν δεν νιώθω αρκετός για να βοηθήσω!»
«Ενοχή». Μία λέξη τόσο ασαφής. Μια λέξη που χρόνια τώρα προσπαθώ να ορίσω, αλλά δεν βρίσκω πουθενά επαρκή ορισμό. Μία λέξη που δεν υπάρχει αυτούσια σε καμιά άλλη γλώσσα. Ετυμολογικά, ο ένοχος είναι το υποκείμενο που έν- έχει (κάτι). Σαν «κάτι» να κρατά, «κάτι» να κουβαλά. «Κάτι» που κανένα ετυμολογικό λεξικό δεν αποσαφηνίζει. Το μόνο που μπορώ να παρατηρήσω, ωστόσο, είναι πως ,νομικά και κατ’ επέκταση κοινωνικά , έχει δοθεί στην «ενοχή» αρνητική χροιά και πως αυτό το «κάτι» σίγουρα είναι «κακό», είτε πρόκειται για μια πράξη, είτε πρόκειται για ένα συναίσθημα. Συμπέρασμα: «Ο ένοχος είναι αυτός που κουβαλά κάτι κακό!» Ωστόσο, σκέφτομαι πώς είναι σημαντικό να ορίσουμε τις ποιοτικές διαφορές των εννοιών του «ενόχου». Πόσο ίδιος είναι ο νομικά ένοχος με τον συναισθηματικά ένοχο; Στην πρώτη περίπτωση, σίγουρα αναζητάς την αθώωση στους νομικούς κώδικες. Τι γίνεται ,όμως, στην δεύτερη; Πόσο κοστίζει η συναισθηματική ελευθερία; Ο συναισθηματικά ένοχος συνιστά ,τελικά, έναν θύτη ή ένα θύμα;
Ανατρέχοντας πολιτισμικά, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι πρόκειται για μία έννοια, με την οποία ο ελληνικός λαός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος (δεν είναι τυχαία, η παραπάνω διαπίστωση με την ελληνική γλώσσα!). Χρόνια την φιλοξενεί στο σπίτι του και στο κορμί του. Την κουβαλά μαζί του πάντα, κρυφά! Κι όταν ακόμη ,καμιά φορά, την προσπαθήσει να την αφήσει πίσω, εκείνη αμέσως φορά την στολή της πιο βαριάς του εξάρτησης, της σύνδεσης εκείνης που δεν μπορεί με τίποτα να κόψει και σαν τοξικομανής δεν πάει πουθενά χωρίς αυτήν. Έτσι τρυπώνει πάλι μέσα του και τον συντροφεύει! Πράγματι, η συναισθηματική ενοχή είναι τοξική!
Αναζητώντας την φύση ενός ενοχικού συναισθήματος, θα μπορούσαμε να πούμε πώς πρόκειται για ένα «δεύτερου χρόνου συναίσθημα». Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα συναίσθημα που γεννιέται από το συνονθύλευμα άλλων συναισθημάτων και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το αίσθημα της ευθύνης απέναντι στους άλλους. Ευθύνη για να ανταποκριθείς σε ένα καθήκον που σου έχει δοθεί, άμεσα ή έμμεσα. Ευθύνη, για να «τα βγάλεις πέρα». Ευθύνη, για να ξεπεράσεις τις προσδοκίες. Ευθύνη, για να βοηθήσεις. Ευθύνη, για να τα καταφέρεις. Ευθύνη, για να «μπορέσεις». Μα, αν δεν μπορέσεις;
Οι ενοχές, ως συναισθηματική κατάσταση, μπορούν να γίνουν τόσο επιθετικές, ώστε να διαβρώσουν κάθε κομμάτι της αυτοεκτίμησής και να μας φέρουν σε έντονο ψυχολογικό αδιέξοδο. Σαφώς, η δυναμική και ο τρόπος εμφάνισης, διαφέρουν, αναλόγως το υποκείμενο που τις βιώνει. Δοκιμάζοντας μία παρομοίωση, οι ενοχές μοιάζουν σαν τον καρπό ενός δέντρου που ονομάζεται «ευθύνη». Όσο μεγαλύτερη ευθύνη, τόσο πιο μεστή ενοχή! Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαμε να πούμε, πως οι ενοχές, έχουν επίκεντρο στα πρώτα παιδικά χρόνια της ζωής και σχετίζονται με τα πρώτα μοτίβα συναισθηματικής συνδιαλλαγής που το παιδί μαθαίνει. Η πρώιμη ανάπτυξη του αισθήματος της ΅Ηθικής», μεγαλώνουν το ρόλο της κοινωνικής και προσωπικής ευθύνης και και χτίζουν μία καλή βάση για την επικείμενη ανάπτυξη ενοχικών αντανακλάσεων. Επιπλέον, όσο πιο χαλαρά είναι τα όρια μέσα σε ένα σύστημα, τόσο πιο εύφορο είναι το έδαφος για την δημιουργία σχέσεων χωρίς ευδιάκριτους ρόλους, με αποτέλεσμα ο καθένας να κουβαλάει και λίγο από το συναίσθημα του άλλου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, το άτομο να νιώθει πιο πολύ τον διπλανό, παρά τον ίδιο του τον εαυτό. Όταν, λοιπόν, το πρόβλημα του άλλου, γίνεται δικό μας, το αίσθημα της ευθύνης που έχουμε απέναντί του είναι μεγαλύτερο και το βάρος και η δυσφορία που νιώθουμε αυξάνονται αντιστοίχως, όταν ο δεύτερος βιώνει αρνητικά συναισθήματα, τα οποία δεν μπορούμε να βοηθήσουμε. Ωστόσο, παρόλο που νιώθουμε το ξένο βάρος που αφήνει στη δική μας ψυχή το παραπάνω, δυσφορούμε και μόνο στην ιδέα να το αλλάξουμε και το «πετάξουμε» από πάνω μας. Προτιμάμε να πνίξουμε τις δικές μας ανάγκες, για να πραγματοποιήσουμε τις ανάγκες του άλλου, μα όσο περισσότερες ξένες ανάγκες πραγματοποιούμε, τόσο περισσότερες δικές μας έχεις αφήσει.
Επιστρέφοντας στον τρόπο με τον οποίο κάποιος βιώνει ενοχικά συναισθήματα, πολλοί άνθρωποι ,κυριολεκτικά, νοσούν από τις ενοχές τους. Η ενοχική δυσφορία είναι τόσο έντονη που τους φέρνει σε θέση να μην μπορούν να ανεχθούν τον ίδιο τους τον εαυτό. Σε ακραίες περιπτώσεις και σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οι αυτοκτονικές τάσεις είναι πιθανές. Το βάρος που ενέχει το ενοχικό συναίσθημα μπορεί να είναι τεράστιο και ο φόβος του «δεν είμαι ικανός», έρχεται βίαια να ποδοπατήσει την εμπιστοσύνη που έχουμε για τον ίδιο μας τον εαυτό. Η ευθύνη του «άλλου», έρχεται να αντικαταστήσει την ευθύνη για εμάς, την προσοχή που μας δίνουμε, την συναισθηματική μας φροντίδα, την ψυχική μας ηρεμία και την ανάσα μας. Την ουσιαστική, βαθιά ανάσα μας! Την ανάσα εκείνη που δεν μαρτυρά άγχος και αγωνία, βάρος και «πνίξιμο». Την ανάσα εκείνη που παίρνουμε αργά και ελεγχόμενα, έχοντας πλήρη συναίσθηση της πράξης μας! – «Τώρα αναπνέω!» Δεν αναπνέω, επειδή πρέπει, για να πάρω κουράγιο, αναπνέω, επειδή θέλω, για να με ακούσω βαθύτερα. Η ανάσα είναι ανατροφοδότηση και αναπλαισίωση. Η ματιά στα πραγματικά δικά μας συναισθήματα και η προσοχή που θα τους δώσουμε, σιγά – σιγά νικούν τις ενοχές μας! Το τοξικό δεν σημαίνει μόνιμο! Η ανάσα έχει δυο τρόπους και εμείς επιλέγουμε πώς θα αναπνεύσουμε!